Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 2016

Σήμερα αγαπημένη μου
η κόλαση είμαστε εμείς
την κουβαλούμε μέσα μας την κόλαση.

την κουβαλούν τα σεντόνια μας
οι δρόμοι με τα πολλά
και δίχως αυτοκίνητα
οι δρόμοι με τα πολλά ζευγάρια.

κάποιος μας άφησε, μας παράτησε
στο πεζοδρόμιο
με την κόλαση ανοιχτή
με τη ζωή
ολότελα
εξακολουθητικά χαμένη.

Λευτέρης Φράτης

Σάββατο 5 Νοεμβρίου 2016

Το άλλο πρωί

Ψάχναμε για ώρες
την ξεπερασμένη ιατρική εγκυκλοπαίδεια

στην αρχή τις απλές
πολύ απλές αρρώστιες
έπειτα
τη σημασία του πετάγματος του ματιού
κι όλο χανόμασταν
μέσα στην αναρχία του θανάτου

το ξέραμε καλά
ότι όλα μύριζαν θάνατο
όμως ψάχναμε τι δεν αφήνει κουσούρια.

Ύστερα ξαπλώσαμε
δεν κάναμε έρωτα
ούτε καμιά τρυφερή περίπτυξη ανταλλάξαμε

μόνο μετρούσαμε με τα δάχτυλά μας
αντίστροφα
να φύγει η νύχτα και να χαθούμε
το πρωί στην καθημερινότητα.

Λευτέρης Φράτης, Το άλλο πρωί

Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2016

Τ' αδέρφια μου στις εθνικές επετείους
παίζουν ιταλικά ερωτικά
απαγγέλουν την Κόλαση του Δάντη αντιαισθητικά.

ανακατεύουν τα χόρτα στο πιάτο
και πετούν το άδειο πακέτο τους
στο δρόμο.

βρέχουν τα ξεραμένα φύλλα
με παίρνουν αγκαλιά
και τραγουδάμε.

μ' αφήνουν στην εξώπορτα
και κλαίνε μ' αναφιλητά.

Λευτέρης Φράτης "Πρόγραμμα ημέρας"

Τρίτη 25 Οκτωβρίου 2016

Έφτασε κάποτε η μέρα
που θα έδινα
ο,τι απέμεινε από τη ζωή μου.

τώρα πια δίχως
ένα ψίχουλο στις άπλυτες τσέπες μου
κυκλοφορώ
στα καλογυαλισμένα πεζοδρόμια

μ' άφησαν και δύο κέρματα
για μια ζεστή σοκολάτα
στο γυρισμό

μ' ευχαρίστησαν κι εγώ
χαμογέλασα
πριν σβήσω.

Λευτέρης Φράτης
Έχω πάντοτε το φόβο
σε κάθε άβολο κρεβάτι
πάνω από κάθε άσπρο τοίχο

μήπως το ξύπνημα δε βρει
το προορισμό του
ξέρετε
ότι συνεπής μόνο υπάρχω
και
έγκαιρος επιβεβαιώνομαι

μα αύριο πρέπει ρούχα να διαλέξω
αχάραγα να ψήσω μαύρο καφέ
ν' ανάψω κι ένα τσιγάρο
μαζί με την αμφιλύκη να το κάνω

όταν περπατήσω
στην πόλη
να βρω το σώμα μου
να το σηκώσω από κάτω

(άραγε, πόσοι το πάτησαν το σαββατόβραδο;)

δεν μου μένουν
πολλές μέρες
σκάρτη μια μίζερη ζωή.

Λευτέρης Φράτης

Σάββατο 15 Οκτωβρίου 2016

Μου γράφεις ότι αύριο
είναι Κυριακή
και ότι τις Κυριακές 
τα σώματα μετά την πάλη 
ξεκουράζονται

Σου γράφω με αρκετή
κατανόηση ότι από τάφους
ξέρουν και οι Κυριακές και όλες
οι εβδομάδες

και όταν με κοιτάς
μια Δευτέρα παιανίζει μέσα μου.

Λευτέρης Φράτης
Θα σου φωνάζω όσο αντέχω
εγώ
και οι καιροί

τώρα που άδειο είναι
το σαλόνι
είναι μια καλή εξάσκηση να μη σε βρίσκω.

με τρελαίνει
η αφωνία σου,
με παραλύει η κατάντια μου.

Λευτέρης Φράτης

Τετάρτη 12 Οκτωβρίου 2016

Πια δεν μπορώ να ξεχωρίσω
τη γεύση
του ψωμιού.
όλες ίδιες μοιάζουν κι αυτός
που το πουλά
είναι πιο μαγκούφης κι απ' το ίδιο το ξεροκόματο
πια δεν μπορώ να το κοιτώ
φρέσκο μοιάζει περισσότερο βίαιο
περισσότερο απειλητικό.


Λ. Φράτης, «Πια δεν μπορώ να ξεχωρίσω»

Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2016

Κάποτε ζήλευα τα γράμματα
μα πιο πολύ
τον χαρτοκόπτη
αγορασμένο στα πεταχτά από 
ένα βιβλιοπωλείο του κέντρου.

Μ' αυτόν κανείς δεν σκίζει πια
κολλημένες σελίδες
πιο πολύ τον χρησιμοποιούμε
γι' απειλή.

Λευτέρης Φράτης

Σάββατο 8 Οκτωβρίου 2016

Βέβαια, φυσικά ήθελε
πολύ κόπο
να είμαι Εγώ μια ζωή.

Ήθελε πολύ κόπο
να είμαι Εγώ
και να περπατάω κάτω απ' αυτόν
τον βυσσινί
ουρανό.

Βέβαια, ήθελε πολύ
αίμα
να μπορέσω να τον βλέπω
ολοένα να μαυρίζει

να βλέπω τη ζωή
με απερίγραπτη σαφήνεια
να γίνεται τοίχος αδιαπέραστος.

Λευτέρης Φράτης

Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2016


Κάθε φορά που βλέπω
στο χέρι σου
εκείνο το ρολόι 

αισθάνομαι 
ότι δεν χάθηκαν οι μέρες μου.

αισθάνομαι ότι η ζωή
απολογείται για το χαμένο ραντεβού.


Λευτέρης Φράτης 

Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου 2016

«Σε λίγο, το τέλος»

«Ορίστε ένας πρώτος θάνατος
κλείνοντας πίσω
την πόρτα για να εξιστορήσεις
«Θα ήμουν ευτυχής», σας γράφω
στη παρουσία σας
να είμαι μάρτυράς της
Με το «έσβησε» να νιώσω τη δροσιά
να ακούσω τον ήχο
Στον ουρανό να κοιτάξω
κι ευθύς να λιώσουν τα σύννεφα
να κράξω «σε προσκυνώ θάνατε»
όπως κλείνουν τα γράμματα
και τη ζωή τους
οι ποιητές.»


Λευτέρης Φράτης, «Σε λίγο, το τέλος»

Δευτέρα 11 Ιουλίου 2016

«Ήξερες ότι όταν
ζητώ τη μοναξιά, πριν
ήμουν διψασμένος για παρέα.
Κι όταν στο είπα,
κόντεψες να πάψεις να μου μιλάς.
Είναι ωραίο τελικά
είναι ωραίο να περπατώ και να διαψεύδω»


Λευτέρης Φράτης

Τρίτη 24 Μαΐου 2016

Πότε επιτέλους
θα' ρθουμε σπίτι;

Ν' ανάψει το ηλεκτρονικό
μας ξυπνητήρι.
Να
πλαγιάσει η χίμαιρα.

Να
μάθουμε επιτέλους
σε ξένους τόπους να μην πεθαίνουμε.

Λευτέρης Φράτης

Παρασκευή 8 Απριλίου 2016

Μια νέα αφίσα ξεκόλλησε.
Μη με ρωτήσεις πάλι
για ποιο λόγο.

Η ακάλυπτη πτυχή της
ουρλιάζει
στον αέρα του καύσωνα.

Το σελοτείπ έχασε
την κόλλα του
-πέθανε κι αυτό μαζί με τις ιδέες.

Δεν είναι κάτι,
δεν είναι τίποτα..

Εδώ ξεκολλάει η ίδια η ζωή.

Λευτέρης Φράτης
Πλέον
τα μαγαζιά έκλεισαν.
Στα δύσκολα όμως
ήταν ανοιχτά.

Τώρα,
τελείωσε το ύστατο,
το τελευταίο.

Τώρα επιστρέφω μέσα στο μαύρο παλτό

Αυτοί πίνουν
εγώ
μόλις άρχισα να νιώθω
ότι δεν με είδαν καν.

Λευτέρης Φράτης

Πέμπτη 31 Μαρτίου 2016

Μα πιο πολύ
κι απ το καθαρό μου κρεβάτι
με
κουρελιάζει το πείσμα
των φίλων που μοιραζόμασταν τη καταστροφή.

Έκοψαν το τσιγάρο
έπαψαν να διαβάζουν
κι ερωτεύτηκαν.

Τ' ακούς; Πια με
αποφεύγουν με κοφτές ανάσες
με καληνυχτίζουν μ' ερωτηματικά.

Λευτέρης Φράτης

Δευτέρα 11 Ιανουαρίου 2016

Ανακάλημα Μένη Κουμανταρέα(1931-2014)

του Λευτέρη Φράτη
Φοιτητή του Τμήματος Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών

Συμφωνούμε σ’ αυτό. Ένας συγγραφέας πάντοτε αφήνει ερωτηματικά: Με τις γραμμές του, το μυαλό του, τη μαγιά της εμπειρίας του, τον θάνατο του, την κληρονομιά του και άλλα πολλά. Το ζήτημα είναι ποιος είναι σε θέση να τα απαντήσει. Πολλοί θα πουν, ούτε και ο ίδιος ο δημιουργός.
Δεν είναι χωρίς βάση ο συλλογισμός τους, αν σκεφτεί κανείς το κόμπιασμα των δημιουργών απέναντι στις εξονυχιστικές ερωτήσεις δημοσιογράφων, βιβλιοκριτικών και αναγνωστών  που συχνά καταλήγει σε παύση και αδυναμία.
Ο Κουμανταρέας, εάν επέστρεφε στη ζωή, σίγουρα θα έγραφε για τον θάνατό του καθότι συγγραφέας εμπειρίας και παρατήρησης. Δεν θα έδινε όμως κατάθεση στην Αστυνομία και θα πρότεινε τη σιωπή.         
Σπουδαίος Αθηναιογράφος, διέπλασε την πρωτεύουσα και την πλατεία Βικτωρίας στα μάτια των Ελλήνων αναγνωστών  σαν μια κορφή απάτητη. Ουσιαστικά όμως, επιχείρησε μια κατάδυση στα μύχια της ψυχής αφανών ηρώων της καθημερινότητας, που κρυμμένοι στα ρούχα τους, ζούσαν με τις αντιφάσεις τους, αλλά και την εμμονή τους για ζωή.
          Στο προτελευταίο βιβλίο του  «Ο θησαυρός του Χρόνου» αισθητοποιεί την παύση ενός ανθρώπου που στέκεται, αλλά δρα συγχρόνως  να αναλογιστεί τη ζωή του, να προσπαθήσει να εντοπίσει ερμηνείες, να ανακαλέσει μορφές και ταύτιση και να βρει την ουσία. Η «αγαπημένη του Λιλή» που ακροβατεί ανάμεσα στο θάνατο και τη ζωή με το «γκροφρέ κανατάκι της» για να μη διψάσει το βράδυ, η πάλη του συγγραφέα να εντοπίσει που την προδίδει με τη στάση του και που αποδεικνύει την αγάπη του και τα εσωστρεφή νυχτοπερπατήματά του, συνθέτουν την οδό για την ανακάλυψη του Θησαυρού του χρόνου.               
Ο Μένης Κουμανταρέας, ο ευεργέτης της απόφασής μας να εντρυφήσουμε στα γυμνασιακά μας χρόνια, στη σοβαρή και ποιοτική λογοτεχνία, βρήκε άσχημο και ατιμωτικό θάνατο.
Τώρα πλέον, δεν έχουμε κοντά μας τη φυσική του παρουσία, με την απαράμιλλη αρχοντιά, τη σεμνότητα και τη ευγένειά της.
Ο Κουμανταρέας ήταν Αθηναίος με όλη τη σημασία της λέξης. Ανήκε στην αίγλη μιας Αθήνας, που πλέον γίνεται αντιληπτή με έναν ανάγλυφο, αλλά δύσκολο τρόπο.
Δίδαξε, ότι δεν είναι απαραίτητο να είναι κανείς κάτοχος Πανεπιστημιακών τίτλων, για να δοξάσει με τη γραφή του τη Λογοτεχνία.                                                              Ατράνταχτο επιχείρημα, είναι η αφυδάτωση, που υφίσταται η λογοτεχνία σήμερα από πολλούς φιλολόγους.                                                                                                                                                                                                                                           

Στο βιβλίο του «Σεραφείμ και Χερουβείμ» μιλάει για την καταπίεση ενός νέου,  που του αρέσει η Όπερα, όμως αφίσταται του θλιβερού ακαδημαϊκού περιβάλλοντος με τις σοβαροφανείς φοιτήτριες της Φιλοσοφικής…
Η γραφή του Μ.Κ μας υπενθύμισε, ότι το είναι κανείς ελευθερόφρων, αυτό εκπορεύεται μέσα από τη νηφαλιότητα απέναντι στον άνθρωπο και τις δύσκολες καταστάσεις,  που αυτός διέρχεται.

Δευτέρα 4 Ιανουαρίου 2016

«Προβλέφθηκαν ακόμη 
πιο δύσκολες μέρες
κι ήταν όλες χάδια ενός μωρουδιακού γέλιου.
Μόλις ξημερώνει
κινούμαστε αδιάφορα,
μόλις βραδιάζει κοιτάμε για τελευταία φορά.
Το δρόμο, τα χαμόγελα,
τα πόδια
που δε λεν να ξεκολλήσουν απ' τη γη.
κάνουμε τη σιωπή
παιχνίδι
που προλάβαμε να βαρεθούμε.»


Λευτέρης Φράτης
ιανουάριος